Για το Chat GPT και τις νέες τεχνολογικές εφαρμογές που ανήκουν στην κατηγορία της «παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης» («productivity AI»), μίλησε στο 8ο Πανελλήνιο Συνέδριο eTwinning , που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, ο Ηρακλής Βαρλάμης, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Πληροφορικής και Τηλεματικής του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου και διευθυντής της Διεύθυνσης Ψηφιακής Διακυβέρνησης της ΕΔΥΤΕ Α.Ε.
Ο αναπληρωτής καθηγητής ανέπτυξε τους τρόπους με τους οποίους το Chat GPT θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στην εκπαιδευτική διαδικασία, έτσι ώστε να αποτραπούν οι φόβοι που προκαλούν τις έντονες αντιδράσεις πλήθος ακαδημαϊκών, που εκτιμούν ότι πλέον θα αδυνατούν να ξεχωρίσουν ποιο κείμενο είναι αποτέλεσμα της παραγωγικής σκέψης του φοιτητή και ποιο ένα αποστειρωμένο παράγωγο ενός όγκου δεδομένων που εισήχθησαν ατάκτως ερριμμένα στον «εγκέφαλο» της εν λόγω εφαρμογής.
«Πρόκειται για λογισμικό το οποίο μπορεί να παράγει διαλόγους ανταποκρινόμενο σε μικρά ή μεγαλύτερα κείμενα που του δίνουν οι χρήστες. Δηλαδή, είναι ένα ρομπότ που το έχουμε εφοδιάσει με πληροφορία μέσω Διαδικτύου και όταν το ρωτάμε κάτι, προσπαθεί να δημιουργήσει απαντήσεις με βάση όσα έχει μάθει», είπε ο Ηρακλής Βαρλάμης. ««Τέτοια συστήματα είναι σχεδιασμένα για να απαντούν σε ερωτήσεις με τρόπο φυσικό, διαλεκτικό, διαδραστικό, να παράγουν λόγο και όχι απλώς να προτείνουν πηγές άντλησης πληροφορίας. Δεν δίνουν απλώς αποτελέσματα αναζήτησης και πρόσβαση στο περιεχόμενο. Συγκεντρώνουν, επεξεργάζονται, συνθέτουν δεδομένα και δημιουργούν απαντήσεις, συσχετίζοντας μοτίβα και πληροφορίες. Εκπαιδεύονται διαρκώς με βάση τεράστια και εμπλουτιζόμενα σύνολα δεδομένων κειμένου», πρόσθεσε.
Προφανείς είναι οι χρήσεις του ChatGPT για σύνταξη εργασιών ,ή απαντήσεων σε μια εξέταση και κατ’ επέκταση οι προκλήσεις που θέτει στη λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. «Οι επιστήμες και οι τέχνες πάντα χρησιμοποιούσαν τεχνολογικά εργαλεία. Για παράδειγμα, οι συγγραφείς πέρασαν από την πένα στη γραφομηχανή, στον υπολογιστή, στα εργαλεία διαδικτυακού ψαξίματος και τους αυτόματους μεταφραστές. Το ίδιο γίνεται και τώρα, αλλά με άλλον τρόπο: τα δημιουργικά (ή γενεσιακά) νευρωνικά δίκτυα δημιουργούν “γενεσιακές πένες” και “γενεσιακά πινέλα”, όπως λέγονται, που μπορούν, στα κατάλληλα χέρια, να παράγουν νέα και πρωτόγνωρα είδη τέχνης και επιστήμης, ακόμη και ποίηση.
«Η διαφορά που κάνουν το ChatGPT και τα μοντέλα παραγωγής περιεχομένου, είναι η κατασκευή κειμένων που έχουν ροή και ενδεχομένως επιχειρηματολογία, άρα υποδηλώνουν στοιχεία φυσικής εξυπνάδας», εξήγησε ο Ηρακλής Βαρλάμης, σημειώνοντας ότι οι πλέον ευάλωτοι κλάδοι είναι οι θεωρητικές επιστήμες, ενώ το ChatGPT δυσκολεύεται σε ερωτήσεις που περιέχουν σχήματα, δηλαδή στις αρχιτεκτονικές και τα τμήματα πληροφορικής.
Το μοντέλο, έχει αδυναμίες: «Για παράδειγμα, σε αυτή τη φάση δεν μπορεί να επιλύσει σωστά ένα πρόβλημα μαθηματικών , γιατί δεν έχει κατανοήσει πολλά– αυτό που κάνει είναι να προσπαθεί να παράγει ένα κείμενο που μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με αυτά που έχει μελετήσει».
Όσο για τον γραπτό λόγο, εκεί η ψηφιακή τεχνολογία καθίσταται αρωγός, διότι αποκαλύπτει τη λογοκλοπή, ανεξάρτητα από την ανθρώπινη ή μηχανική προέλευση του αναπαραγόμενου κειμένου», παρατήρησε ο Ηρακλής Βαρλάμης, επισημαίνοντας πως «ίσως είναι και μια καλή ευκαιρία να αναλογιστούμε τι ακριβώς είναι αυτό που ζητάμε από τους μαθητές και τους φοιτητές μας σε επίπεδο γνώσεων και, κυρίως, κριτικής ικανότητας».
Ο αναπληρωτής καθηγητής, αφού τόνισε ότι τα μοντέλα, όπως το Chat GPT, δεν πρέπει να τα εμπιστευόμαστε άκριτα γιατί «έχουν πλεονεκτήματα (βελτιωμένες γλωσσικές δεξιότητες), αλλά και περιορισμούς (έλλειψη εξατομικευμένων σχολίων και πιθανές προκαταλήψεις)» , κατέληξε: «Τα εργαλεία δημιουργίας περιεχομένου σαν το Chat GPT, αν και δεν είναι τέλεια, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πολύτιμοι πόροι για τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές εάν χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με την ανθρώπινη κρίση».